- Μηνοδότου
- Μηνόδοτοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ηρόδοτος — I (Αλικαρνασσός Μικράς Ασίας, περ. 484 – 426 π.Χ.).Ιστοριογράφος. Κατά τη διάρκεια της ζωής του ταξίδεψε πολύ. Έζησε εξόριστος στη Σάμο, επισκέφθηκε την Ανατολή φτάνοντας μέχρι τον Πόντο και τη Σκυθία, περιηγήθηκε την Αίγυπτο και την Περσία και… … Dictionary of Greek